Η κατά κοινή ομολογία γενικευμένη και βαθιά οικονομική κρίση στη χώρα
έχει μετατραπεί εδώ και μήνες σε μόνιμη πολιτική κρίση, με τη φανερή
αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να κυβερνήσει όπως πριν ένα λαό που η
βάρβαρη επίθεση ξεπερνά πλέον τα όρια της αντοχής του.
Οι εκλογές της 6ης Μάη κατέγραψαν τη λαϊκή οργή με την εκλογική συντριβή
των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ που απώλεσαν 3,3 εκατομμύρια ψήφους. Εγινε καταφανές
ακόμη και στο ελεγχόμενο από το σύστημα εκλογικό πεδίο πως ο λαός, παρά
τις απειλές, τους εκβιασμούς και την κάθε λογής τρομοκρατία, έστω και
χωρίς Αριστερά, επιμένει να στέκεται ενάντια στην πολιτική του
συστήματος που ξεκάθαρα απειλεί όχι μόνο κατάφωρα το δίκιο του, μα την
ίδια τη ζωή του. Ο λαός μας, όπως είναι φυσικό, επιμένει να ζήσει, και
αυτό είναι μια βασική αιτία της πολιτικής κρίσης που είναι σ’ εξέλιξη.
Από την άλλη μεριά, είναι γεγονός πως η υποτελής πρόσδεση της αστικής
τάξης σε ευρώ–Ε.Ε. και ο κομπραδόρικος χαρακτήρας της έχουν οδηγήσει
σήμερα με βάση την παγκόσμια και ευρωπαϊκή κρίση σε οριακό σημείο
(ουσιαστικά σε χρεοκοπία μήνες τώρα) τόσο το χρέος και τα δημοσιονομικά
όσο και συνολικά την οικονομική κατάσταση της χώρας. Η σύνθλιψη των
δικαιωμάτων και της ζωής του κόσμου της δουλειάς αυξάνουν την ύφεση και
την ανεργία και ταυτόχρονα η παραγωγική αποδιάρθρωση της χώρας καλά
κρατεί.
Πλησιάζουμε άραγε στον πάτο για ν’ αρχίσει ο ενάρετος κύκλος της
ανάπτυξης, όπως έλεγε προ μηνών ο Ράιχενμπαχ, και έχει σχέση αυτό με την
ανάλογη συζήτηση στην Ευρώπη ή τα ζητήματα τίθενται τελείως διαφορετικά
για χώρες της περιφέρειας σαν την Ελλάδα;
Πώς θα εξελιχθεί η σχέση της εξάρτησης της χώρας αν ο λαός αποδεχτεί τα
δεσμά της Ε.Ε. αλλά και του Δ.Ν.Τ. και του ΝΑΤΟ όπως τον καλεί ακόμη και
ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμη περισσότερο μετά την εκλογική του εκτόξευση.
Το βάθεμα της εξάρτησης, που είναι εθνικό συμβόλαιο για κάθε λογής
παλιούς και νέους επίδοξους διαχειριστές, με τέτοια ή έστω αλλιώτικα
μνημόνια δεν θα αναπαράξει την ανισομετρία που οδήγησε τη χώρα σ’ αυτό
το χάλι;
Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά όχι τόσο στο να τ’ αναλύσει
κάποιος όσο στη ζωή του λαού μας. Εμείς μάλιστα θα το πούμε ξεκάθαρα. Τα
δύσκολα είναι μπροστά μας!
Ο άνεμος στην Ευρώπη μα και σ’ όλο τον κόσμο του κεφαλαίου και του
ιμπεριαλισμού δεν είναι τέτοιος που λέει ο Τσίπρας και όλο το φοβισμένο
από το λαό πολιτικό προσωπικό, που ψάχνει απεγνωσμένα, πάντα με όρους
υποτέλειας, να βρει μήπως προκύψει καμιά χαραμάδα από τις αντιθέσεις των
ιμπεριαλιστών για να μπορέσει ν’ ακουμπήσει.
Η εκτίμησή μας είναι πως η πολιτική κρίση στη χώρα μας δεν είναι εύκολο
να λυθεί όσο ο λαός μας συνεχίζει να διεκδικεί τη ζωή και το δίκιο του.
Να λοιπόν ποιο είναι το βασικό ζητούμενο για ξένους και ντόπιους
δυνάστες του λαού μας. Η με κάθε τρόπο υποταγή του λαού. Πρώτα πρώτα
επιδιώκουν να ανεχτεί ο λαός την ιμπεριαλιστική εξάρτηση και το βάθεμά
της για να ελπίζει σε δική της διέξοδο η ντόπια αστική τάξη, έστω και
στα συντρίμμια του λαού, των δικαιωμάτων του και της ίδιας της χώρας από
κάθε άποψη. Τη δεκαετία του ’90 η επιλογή του ευρω-μονόδρομου αποτέλεσε
όχημα κλιμάκωσης της αντιλαϊκής επίθεσης με το Σημίτη τότε. Σήμερα,
αντί να τρώμε με τα χρυσά κουτάλια του ευρώ, η αστική τάξη και τα
ιμπεριαλιστικά της αφεντικά εκβιάζουν το λαό να αποδεχτεί τη φτώχεια,
την ανεργία και την εξαθλίωση, αυτή τη φορά για να παραμείνει η χώρα
στον ευρω-μονόδρομο της αστικής τάξης.
Ξέρουν όλοι τους πως ο λαός μας, παρά τα σπουδαία βήματα που έχει κάνει
στη σύγκρουσή του με το σύστημα, ωστόσο απέχει από το να μπει
αποφασιστικά στο δρόμο της δικιάς του προοπτικής.
Ξέρουν πως η Αριστερά, και όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν τολμά να συμβάλει
στην ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης, που είναι άλλωστε
όρος για την απαιτούμενη πολιτικοποίηση της λαϊκής πάλης έτσι ώστε να
απαντιούνται από το λαϊκό κίνημα οι εκβιασμοί, η τρομοκρατία, οι
αποπροσανατολισμοί και τα ψευτοδιλήμματα.
Ξέρουν πως, παρά τη συντριβή των βασικών πολιτικών τους κομμάτων και
παρ’ ότι και η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος δεν είναι εύκολη
υπόθεση, οι συσχετισμοί δεν ανατράπηκαν.
Οπως είπαμε, ο λαός στη σύγκρουσή του με το σύστημα τα δύο τελευταία
χρόνια αφότου το σύστημα εξαπέλυσε τη γνωστή βάρβαρη επίθεση έχει κάνει
σημαντικά βήματα. Ομως χρειάζεται να συνεχίσει για να γίνει η πάλη πολύ
περισσότερο υπολογίσιμη απ’ αυτούς που στοχεύουν να τον οδηγήσουν ακόμη
παραπέρα στη φτώχεια και την εξαθλίωση, υποθηκεύοντας συστηματικά ακόμη
και την ειρήνη, τη δημοκρατία και πολύ περισσότερο το μέλλον της νέας
γενιάς αυτής της χώρας.
Χρειάζεται να αναβαθμιστούν πολιτικά οι στόχοι πάλης του μαζικού
κινήματος και θαρρετά να διεκδικηθεί η ανατροπή των μνημονίων και κάθε
αντιλαϊκής πολιτικής μέσα από τη διεκδίκηση σχολείων και σπουδών,
νοσοκομείων και όχι φιλανθρωπικών Μ.Κ.Ο., δουλειάς και μισθών
αξιοπρέπειας και όχι πείνας.
Ο ίδιος ο λαός όταν κατεβαίνει μαζικά στο δρόμο ξέρουν όλοι και είναι
απλό γιατί κατεβαίνει. Η σύγχυση με τάχα προγραμματικούς στόχους που δεν
τον αφορούν και διάφορα θολά και νεφελώδη αιτήματα έχει να κάνει με την
παρέμβαση μιας Αριστεράς που θεωρεί τον καπιταλισμό μονόδρομο και
υπευθυνοποιείται ανάλογα.
Ο λαός έχει δείξει πως έχει ανάγκη και διάθεση να παλέψει. Αρχίζει ήδη
να βλέπει, κόντρα σε συστημικές προσπάθειες και κακέκτυπα οργάνωσης, πως
πρέπει να οργανώσει με ουσιαστικό τρόπο την πάλη του.
Τα παραπάνω όλους τους προηγούμενους μήνες γίνονται κατανοητά από τα
πράγματα και από την κίνηση του κόσμου στους δρόμους και τις πλατείες.
Ειδικά στις 12 Φλεβάρη η αντιμετώπιση κυριολεκτικά με χημικό πόλεμο
εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών πείσμωσε το λαό όλης της χώρας. Ενίσχυσε
την οργή του απέναντι στο πολιτικό προσωπικό και χωρίς να απογοητευτεί
άρχισε να σκέφτεται πως η υπόθεση υπεράσπισης της ζωής του δεν είναι
υπόθεση ευκολίας. Πως έχει δίκιο να παλεύει, πως η υπόθεση του αγώνα δεν
είναι μιας μέρας, πως θα χρειαστεί χρόνος, οργάνωση, προσανατολισμός
και θυσίες. Και όσο αυτή η συζήτηση απλωνόταν τόσο το σύστημα ωθούνταν,
παρά τους βάσιμους τελικά φόβους του για το αποτέλεσμα, στη διενέργεια
εκλογών χωρίς (σε πλήρη σύμπνοια των μέσα και των έξω δυναστών) να έχει
διάθεση να καθυστερήσει ούτε μια μέρα την εφαρμογή των μνημονίων και την
επίθεση, όπως κυνικά δήλωναν. Ετσι φτάσαμε στη συντριβή του πολιτικού
συστήματος στις 6 του Μάη. Συνέπεσε το βάθεμα της ευρωπαϊκής κρίσης και η
εκλογή Ολάντ στη Γαλλία.
Από κοντά η ανησυχία για τη μετάδοση της ευρωπαϊκής κρίσης παγκόσμια,
όπως εκφράστηκε στο G8, σε συνδυασμό με την ευκαιρία του Ομπάμα και του
Κάμερον να στριμώξουν τη Μέρκελ που όλο το προηγούμενο διάστημα
κυριαρχούσε ελέγχοντας ουσιαστικά ολόκληρο το οικοδόμημα της Ε.Ε. Παρά
την άγρια κόντρα των ιμπεριαλιστών και παρά τον κίνδυνο η περίπτωση της
Ελλάδας να αποτελέσει αρχή ενός επικίνδυνου ντόμινο στην ευάλωτη
παγκόσμια οικονομία, ωστόσο απ’ όλες τις μεριές τα μηνύματα προς το
ντόπιο πολιτικό προσωπικό είναι σαφή. Η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τις
υποχρεώσεις της, λένε μονότονα όλοι ανεξαιρέτως, αν και πάλι όλοι,
λιγότερο ή περισσότερο, αναγνωρίζουν πως πρέπει να υπάρξουν χειρισμοί,
κάποιες καθυστερήσεις και ευχές κυρίως για ανάπτυξη την ώρα που όλοι
γνωρίζουν πως η εφαρμογή των μνημονίων θα φέρει ακόμη πιο βαθιά ύφεση.
Είναι ένα ζήτημα ποια θα είναι η νέα ατμόσφαιρα που θα επικρατήσει
τελικά στο γαλλογερμανικό άξονα. Πόσο και εάν αυτός θα ενισχυθεί, πόσο
θα καταφέρει να ελέγξει την κρίση της ευρωζώνης και πόσο θα βρίσκουν
(κύρια από αδυνάτισμά του) έδαφος παρέμβασης άλλοι σαν τον Κάμερον και
τον Ομπάμα. Είναι επίσης ανοικτό το ζήτημα του δημοψηφίσματος για το
μνημόνιο στην Ιρλανδία στις 31 Μάη, η ελληνική περίπτωση, πώς θα
αντιμετωπίσουν την ανάγκη για πολιτικές ανάπτυξης με δημοσιονομική
πειθαρχία κόντρα στην ανεργία, τα ευρωομόλογα και άλλα όμορφα.
Όμως, αλίμονο σ’ αυτή την Αριστερά που, προκειμένου να δικαιολογήσει στο
λαό τις διαχειριστικές της φαντασιώσεις, τρέχει στον Ολάντ και στο
γερμανικό SPD και παρά την προκλητική απαξίωση επιμένει να σπέρνει
επικίνδυνες αυταπάτες για τον φιλολαϊκό τάχα ευρωπαϊκό άνεμο. Οταν
γίνεται σαφές από κάθε ιμπεριαλιστική μεριά πως η επίθεση θα συνεχιστεί,
χωρίς να είναι διατεθειμένοι για καμιά διαπραγμάτευση. Σε τίποτα
ουσιαστικά δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει απέναντι στο λαό και η
ντόπια πλουτοκρατία, παρά τους συνδικαλισμούς του Δασκαλόπουλου που
αγωνιά για το πολιτικό αδιέξοδο του συστήματος και προσπαθεί να
συνδράμει.
Η πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι εργαζόμενοι στον
ιδιωτικό τομέα αποκαλύπτει την αδηφαγία του κεφαλαίου, ντόπιου και
ξένου. Παρά την ύφεση που καταστρέφει τομείς δραστηριοποίησής του, οι
δυνάμεις της αγοράς έχουν στο πρόγραμμά τους και περιμένουν την
εξαθλίωση του λαού για να φτιαχτεί το ανταγωνιστικό περιβάλλον και να
εφορμήσουν, ρημάζοντας και τον πλούτο της χώρας στο περιθώριο των
σχεδιασμών του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου.
Στο σημαντικό πολιτικό χρόνο των επόμενων τριών εβδομάδων μέχρι τις
εκλογές θα δούμε τα πιο απίθανα προκειμένου να υπηρετηθεί η επιχείρηση
υποταγής του λαού. Εναλλαγή της μεγαλύτερης τρομοκρατίας και εκβιασμού
με τον πιο ωμό τρόπο, σε συνδυασμό με τη δημοκρατική τάχα ευαισθησία και
χτυπήματα στην πλάτη σαν αυτό του Δασκαλόπουλου και κάποιων εκτός
χώρας, που στον ανταγωνισμό τους με το γερμανικό ιμπεριαλισμό της
Μέρκελ, ακόμη και μέσω ΟΟΣΑ και ΔΝΤ, μιλάνε ενάντια στην τόσο αυστηρή
λιτότητα κατανοώντας τις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά απ’ την άλλη οι
υποχρεώσεις, υποχρεώσεις. Να ποια είναι τελικά η πηγή του ευρωπαϊκού
«φιλολαϊκού» ανέμου: ο Ομπάμα, ο Ολάντ και ο Κάμερον.
Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο αυταπατών που σπέρνει ασύστολα η όλη στάση του
ΣΥΡΙΖΑ και άλλων της Αριστεράς της διαχείρισης, αν δεν ωφελείται
εκλογικά ο Βενιζέλος, ο Σαμαράς και η Μπακογιάννη, ωστόσο βλάπτεται
σοβαρά η ανάγκη παραπέρα πολιτικοποίησης του λαού, η ανάγκη να βαθύνει ο
ταξικός, αντιιμπεριαλιστικός προσανατολισμός της λαϊκής πάλης.
Είναι νωρίς και δύσκολο να προβλέψει κανείς αν ο γάμος
Σαμαρά–Μπακογιάννη και των κεντροδεξιών φασιστών του ΛΑΟΣ σε συνδυασμό
με αντιαριστερή πόλωση καταφέρει να συσπειρώσει τη Δεξιά - και κυρίως
πόσο. Ούτε μπορεί κανείς να προβλέψει μέχρι πού θα φτάσει η διάλυση του
ΠΑΣΟΚ που, παρά τις ενέσεις Ολάντ στο Βενιζέλο, δεν φαίνεται να
ανακόπτεται. Ούτε είναι σίγουρο πόσο η αντιαριστερή, αντιλαϊκή καμπάνια
του συστήματος από μέσα και απ’ έξω θα ανακόψει την εκλογική απόδοση του
ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, παρά το πρωτόγνωρο στη μεταπολίτευση πολιτικό αδιέξοδο του
συστήματος, θα ξαναπούμε πως όχι μόνο το σύστημα αλλά ούτε καν η
συγκεκριμένη αντιλαϊκή πολιτική του δεν κινδυνεύει από τις εκλογές.
Κινδυνεύει απ’ τη συνέχιση και το δυνάμωμα των μαζικών λαϊκών αγώνων. Η
βρόμικη επίθεση στην Αριστερά και οι ωμοί εκβιασμοί στο λαό (που δεν
ξέρουμε πού θα φτάσουν) επενδύονται σε κάθε περίπτωση στην επιχείρηση
υποταγής του λαού. Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είτε κληθεί να διαχειριστεί τ’
αδιέξοδα του συστήματος είτε μείνει στην εποικοδομητική αντιπολίτευση
για το ξεπέρασμα της κρίσης του, βρίσκεται ήδη σαν δύναμη με τη στάση
της σε αρνητική σχέση μ’ αυτό που έχει ανάγκη ο λαός. Γιατί οι αυταπάτες
για λύσεις ευκολίας αποπροσανατολίζουν επικίνδυνα και δρουν διαλυτικά
γι’ αυτό που απαιτείται.
Από την πλευρά μας θα παλέψουμε ενάντια στην αντιαριστερή επίθεση, την
τρομοκρατία και τους εκβιασμούς του συστήματος που δεν στοχεύουν μόνο ή
κυρίως στην εκλογική συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, αυτή την
αντιμετώπιση την έχει ο λαός και η Αριστερά μήνες τώρα.
Θα παλέψουμε για να μην εγκλωβιστεί σε αυταπάτες και εκλογικούς
εκβιασμούς και να μην καμφθεί απ’ την τρομοκρατία η διάθεση του λαού μας
να συνεχίσει να διεκδικεί τη ζωή και το δίκιο του.
Θα ζητήσουμε ξανά από το λαό ψήφο και συστράτευση για συνέχιση των
αγώνων. Θα ενισχύσουμε τις αντιστάσεις του λαού μας για ν’ αντιμετωπίσει
την κάθε λογής τρομοκρατία και τους εκβιασμούς, για να μην υποταχθεί
στη ληστρική ιμπεριαλιστική Ε.Ε. και τις απαιτήσεις της. Το εκβιαστικό
ψευτοδίλημμα ευρώ ή δραχμή σε κάθε περίπτωση, εφόσον οι λαϊκές
αντιστάσεις δεν έχουν φτάσει στην ανατροπή της επίθεσης, σημαίνει
φτώχεια και εξαθλίωση.
Θα συνεχίσουμε να προβάλλουμε την αλήθεια, πως οι λαοί δεν μπορούν να
περιμένουν από προστάτες, πως μπορούν να στηριχτούν μονάχα στη δύναμη
των αγώνων τους και στη δύναμη της αλληλεγγύης των αγώνων των λαών.
Αγώνες που δεν θ’ αργήσουν να φουντώσουν σε μια σειρά χώρες.