Πριν όμως μιλήσουμε για το μετά, ας δούμε πώς εξελίσσονται τα πράγματα προεκλογικά. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι και με τη συνδρομή του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρείται να επιβληθεί ένας γενικευμένος αποπροσανατολισμός όπου στην ημερήσια διάταξη του ενδιαφέροντος και της συζήτησης θα βρίσκονται οι αγωνίες και τα προβλήματα του συστήματος εντός και εκτός Ελλάδος και όχι η σωρεία προβλημάτων που απασχολούν το λαό.
Επειδή όμως έτσι όπως έχει βαθύνει η κρίση και έτσι όπως έχει εξελιχθεί η επίθεση σε βάρος του λαού τα τελευταία χρόνια δεν είναι καθόλου εύκολο να εξοβελισθούν στην άκρη οι λαϊκές ανάγκες και αγωνίες, το μενού έχει μπόλικο εκβιασμό και μεγάλες δόσεις αυταπατών.
Το μαύρο λοιπόν πρέπει να γίνει με το ζόρι άσπρο μήπως και η λαϊκή ψήφος αυτή τη φορά ελεγχθεί και ποδηγετηθεί πιο αποτελεσματικά, μιας και στις 6 Μάη ο λαός εκφράστηκε με τρόπο που δεν άρεσε στους κυρίαρχους κύκλους.
Ακόμα λοιπόν και όταν τα ΜΜΕ (προφανώς καθοδηγούμενα) παρουσιάζουν τα προβλήματα του κόσμου (έστω επιλεκτικά στον τομέα της υγείας), το κάνουν μόνο και μόνο για να τρομοκρατήσουν τους υπόλοιπους.
Εχουν το θράσος οι απολογητές των μνημονίων που μας οδήγησαν εδώ που μας οδήγησαν να «χρησιμοποιούν» τον εφιάλτη που έχουν δημιουργήσει για να ξορκίσουν δήθεν τους «εφιάλτες» που μας απειλούν αν δεν ικανοποιηθούν τα συμφέροντα της ΕΕ, του ΔΝΤ, των ΗΠΑ από το εκλογικό αποτέλεσμα.
Αντί να απολογηθούν για την διάλυση της υγείας και την καταβαράθρωση των κοινωνικών παροχών, μας τα παρουσιάζουν σαν «σκηνές από ταινία προσεχώς» αν δεν ικανοποιήσουμε τις απαιτήσεις των Λοβέρδων και όλων αυτών που έσκυβαν τη μέση μπροστά στα μνημόνια.
Φυσικά οι κυρίαρχοι κύκλοι προτιμούν να ρίχνουν τη «σκόνη κάτω απ' το χαλί». Συνεχίζουν να υποτιμούν το λαό και νομίζουν ότι με κόλπα όπως «πάγωμα» της μετενέργειας, παράταση της προθεσμίας καταβολών της φοροληστείας και «προσπέρασμα» του χαρατσιού θα τον ξεγελάσουν. Και βέβαια, για να μην ξεχνιόμαστε, μας υπενθυμίζουν ότι ο τόπος κυβερνάται και τα πράγματα μπορούν «να μπουν στη θέση τους». Κηρύχτηκε παράνομη η απεργία στη Χαλυβουργία, για να ξεκαθαρίζεται προς όλες τις κατευθύνσεις το τι πρόκειται να ακολουθήσει όταν και εφόσον το σύστημα βρει επιτέλους τις ισορροπίες του, βοηθούντος βέβαια και του εκλογικού αποτελέσματος.
Θα ήταν για γέλια αν οι εξελίξεις δεν ήταν επικίνδυνες οι προσπάθειες που κάνουν τα πρώην κυρίαρχα αστικά κόμματα και οι όποιοι τωρινοί και πρότεροι κολαούζοι τους να συσκοτίσουν τη σκληρή πραγματικότητα και να θολώσουν τα νερά. Σοβαρότατες εξελίξεις που αφορούν την κρίση στην Ευρώπη, τις απειλές να μπουν και άλλοι λαοί (Ισπανίας, Κύπρου) στο γύψο των μνημονίων, στη μέγγενη του μηχανισμού «σταθερότητας» επιχειρείται να υποβαθμιστούν (πώς αλλιώς θα φανεί ότι έχει βάση η γραμμή της επαναδιαπραγμάτευσης;).
Οι απειλές πολέμου στη Συρία και στο Ιράν που όλο και πιο συχνά ξεστομίζονται αντιμετωπίζονται σαν κάτι μακρινό που δήθεν δεν ενδιαφέρουν την Ελλάδα. Μην ξεχνάμε ότι ο κατά τα άλλα «φίλος της Ελλάδας» Ολάντ πρωτοστατεί στην όλη υπόθεση και αναδεικνύει την πραγματική διάσταση των αντιθέσεων ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές και όχι την πλασματική που βολεύει (;) το Δραγασάκη και τους λοιπούς ντόπιους οικονομολόγους που θέλουν πάση θυσία να παραμείνουμε στο ζυγό της ΕΕ, του ΔΝΤ και των ΗΠΑ.
Ετσι έχοντας τα πράγματα, το κύριο βάρος του δημόσιου πολιτικού προεκλογικού ενδιαφέροντος πέφτει σε δύο αλληλένδετα αλλά και σχετικώς αντιθετικά ζητήματα. Το ένα αφορά την πάση θυσία συσπείρωση του μετώπου της Δεξιάς, που πρέπει να είναι αρκούντως άγριο, αποφασιστικό, υποταγμένο και πρόθυμο απέναντι στο κεφάλαιο και στους συμμάχους. Και ενώ αυτή η συσπείρωση φαίνεται σε σημαντικό βαθμό να προχωράει, το ζητούμενο παραμένει πώς αυτό το μέτωπο θα λουστραριστεί και θα «απενοχοποιηθεί» απέναντι στον λαϊκό ψηφοφόρο ο οποίος συνεχίζει να είναι πολύ θυμωμένος και οργισμένος παρ' όλες τις φιλότιμες προσπάθειες του συστήματος να φοβηθεί.
Φυσικά, όλη αυτή η συντονισμένη προσπάθεια από μέσα και από έξω να επαναστοιχηθούν τα πράγματα, με δεδομένο ότι ο λαϊκός παράγοντας έχει τεθεί εδώ και μήνες στο περιθώριο (στο κινηματικό πεδίο, για να μην παρεξηγηθούμε), έχει οδηγήσει όλο το πολιτικό σκηνικό προς τα δεξιά.
Είναι λοιπόν μια επιτυχία (έστω προσωρινή) των δυνάμεων του μνημονίου, της εξάρτησης, της επίθεσης και του σεβασμού των πάσης φύσεως «υποχρεώσεων» της χώρας που οι εκλογές αυτές έχουν έναν εκβιαστικό δημοψηφισματικό χαρακτήρα. Ακόμα και αν αυτός ο χαρακτήρας αφορά το αν ο λαός επιλέγει «γρήγορο ή αργό θάνατο». Για να δικαιωθεί κάπως και ο Γ. Παπανδρέου που εμφανίστηκε σαν τον πρώτο διδάξαντα ενός τέτοιου δημοψηφίσματος. Μέρος επίσης του όλου σχεδίου της συσπείρωσης των μνημονιακών δυνάμεων, κάτω από τρομοκρατία και εκβιασμό, είναι και η προσπάθεια συγκράτησης του βενιζελικού ΠΑΣΟΚ, προφανώς γιατί είναι αβέβαιες και ρευστές οι εξελίξεις που έρχονται. Μια εφεδρεία ακόμη θα είναι χρειαζούμενη, πολύ περισσότερο αν έχει κάποια αξιοπρεπή (;) εκλογικά ποσοστά.
Το δεύτερο επίδικο και μάλλον πρωτόγνωρο για τα μέχρι σήμερα δεδομένα είναι η προσπάθεια ταχείας «συμμόρφωσης» και «ευθυγράμμισης» του ΣΥΡΙΖΑ, μιας και δεν είναι καθόλου απίθανο οι άμεσες κυβερνητικές λύσεις μετά τις 17 Ιούνη στις όποιες διασταυρώσεις (θα έχουμε πολλές εκπλήξεις και πολλές μάσκες θα πέσουν) να τον έχουν σαν βασική παράμετρο.
Βέβαια και οι δύο προσπάθειες που αφορούν τα μεγαλύτερα τμήματα της μεγαλοαστικής τάξης εντάσσονται σε μια κοινή επιδίωξη του ντόπιου εξαρτημένου καθεστώτος. Στην επιδίωξη της «διαπραγμάτευσης» ή «επαναδιαπραγμάτευσης» ορισμένων όρων και δεδομένων εξάρτησης και υποτέλειας από αυτά που έχουν αποκρυσταλλωθεί, ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια, και έχουν οδηγήσει στα δικά του αδιέξοδα το ντόπιο πλουτοκρατικό κατεστημένο.
Η ταχεία προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάποια αποτελέσματα, τουλάχιστον όσον αφορά την επιβεβαίωση για μια ακόμη φορά τού ποιοι είναι τα αφεντικά στον τόπο αυτό, παρά τα ρήγματα και τις οξύνσεις της προηγούμενης περιόδου.
Εχει οδηγήσει στο να πέφτουν οι διαχωριστικές γραμμές και να αναδεικνύεται ότι οι διαφορές στο μέτωπο τις «διαπραγμάτευσης» δεν είναι τόσο ριζικές, αλλά αφορούν ρυθμούς, τακτική, «αγριάδα» και κυρίως το πώς θα μείνει ο λαός στο περιθώριο ή το πώς και αν θα «θυμούνται» το λαό όταν διαπραγματεύονται ψίχουλα με τους ιμπεριαλιστές.
Τέλος πάντων, είναι άκρως εντυπωσιακό το πόσο «καλοί» και «σβέλτοι» μαθητές είναι οι ηγετικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΥΝ. Για πότε έγιναν «ενιαίο» κόμμα (θυμάστε πώς ζορίζονταν επί χρόνια και άκρη δεν έβρισκαν), για πότε έμαθαν το ποίημα ότι «μένουμε Ευρώπη» και «δεν φεύγουμε από το ΝΑΤΟ». Και όλα αυτά βέβαια δεν γίνονται τυχαία ούτε χωρίς πρόγραμμα, ούτε χωρίς βοήθειες (καταλαβαίνετε τι εννοούμε!).
Τέλος πάντων, οι ακριβείς προβλέψεις για το αποτέλεσμα είναι δύσκολες. Θα μείνουμε λοιπόν στα απολύτως απαραίτητα και τα σχετικά βέβαια.
Ο χαρακτήρας των αντιθέσεων που όλο οξύνονται στο διεθνές επίπεδο και με όλες τις διασταυρώσεις σε καμία περίπτωση δεν αφορούν την «αντιλαϊκή δημοσιονομική πειθαρχία» και τη «φιλολαϊκή ανάπτυξη». Οι αντιθέσεις άπτονται γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος και όχι μόνο οικονομικού, αλλά και πολιτικού και στρατιωτικού και αφορούν τη μοιρασιά των σφαιρών επιρροής, των αγορών, τη λεηλασία των πρώτων υλών και γενικότερα ζητήματα κυριαρχίας.
Οι αντιθέσεις αυτές δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση το πώς θα αντιμετωπιστούν οι λαοί σε Δύση και Ανατολή, σε Βορρά και Νότο. Μ' αυτή την έννοια, η γραμμή της «διαπραγμάτευσης» με τους ιμπεριαλιστές βρίσκεται ουσιαστικά στον αέρα και με μηδαμινά άμεσα και ελάχιστης σημασίας αποτελέσματα. Ιδιαίτερα αν ο λαός βρεθεί για ακόμη μεγαλύτερα διαστήματα στο περιθώριο, μακριά από τους αγώνες και την ταξική πάλη.
Η γραμμή της «διαπραγμάτευσης» για να χαλαρώσει τη θηλιά θα είχε ίσως περισσότερη βάση αν πληρούνταν δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη θα αφορούσε μια ισχυρή αστική κυβέρνηση (σχετικά ενωμένη) και η δεύτερη ένα λαϊκό κίνημα που να απειλεί και να πιέζει. Τη δεύτερη, όσο και να 'ναι αντιφατικό, αναγκάζονται και οι δύο τάσεις της «διαπραγμάτευσης» να την πολεμούν και να την αμφισβητούν γιατί έτσι δίνουν και εξετάσεις νομιμοφροσύνης.
Την πρώτη προϋπόθεση αξίζει να τη δούμε λίγο περισσότερο. Με βάση τα δεδομένα θα γίνει προσπάθεια να αποφευχθούν τρίτες εκλογές ή τουλάχιστον να απομακρυνθούν. Συνεπώς θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια να βγει μια έστω προσωρινή κυβέρνηση. Η μία εκδοχή θα είναι η κυβέρνηση αυτή να έχει κορμό την «πρόθυμη» και «αποφασισμένη» Δεξιά που θα πορευτεί (όσο πορευτεί) κυρίως με το μαστίγιο και σχεδόν καθόλου καρότο. Και βέβαια με το λαό απέναντι και σίγουρα εχθρικό (η επίθεση θεωρείται δεδομένη).
Στην άλλη λύση, κορμός θα είναι ο «απείθαρχος» και «ανήσυχος» ΣΥΡΙΖΑ, με αυξημένη δυνατότητα αποπροσανατολισμού του λαού (για ένα πρώτο διάστημα), αλλά με μειωμένες τις δυνατότητες να αντισταθεί στους ισχυρούς εντός και εκτός Ελλάδος. Με αποτέλεσμα πολλές κωλοτούμπες.
Οπως και να είναι, και για τις δύο λύσεις (θα παίξουν ρόλο βέβαια και οι ιδιαίτεροι συσχετισμοί στο εσωτερικό τής κάθε λύσης) τα μειονεκτήματα θα είναι περισσότερα από τα πλεονεκτήματα. Ακόμα λοιπόν και να βγει κυβέρνηση, δεν θα δώσει τέλος στην αστάθεια και ρευστότητα και θα είναι προσωρινή και αδύναμη. Πιο σαφείς και πιο «προφητικοί», συγχωρέστε μας, δεν μπορούμε να γίνουμε. Εκεί που είμαστε πιο σίγουροι είναι όσον αφορά τα «χωράφια» τα δικά μας. Τα λαϊκά, δηλαδή, τα κινηματικά. Επίκεινται μεγάλες και σοβαρές ανακατατάξεις στις ανάγκες και τις προκλήσεις του λαϊκού κινήματος. Οσο και να «αργήσουν» να αποκρυσταλλωθούν, θα κάνουν άμεσα την εμφάνισή τους στο πλαίσιο και της Αριστεράς «μας».
Η Αριστερά «μας» λοιπόν θα βρεθεί στο επίκεντρο μεγάλων αλλαγών και ανατροπών. Θα πιεστεί και από δεξιά και από αριστερά. Νέες διασπάσεις και νέες ενότητες θα προκύψουν. Σίγουρα θα έχουν στο επίκεντρό τους την αναζήτηση και εμπέδωση γραμμής, τακτικής και στρατηγικής που να ανταποκρίνεται στις μεγάλες απαιτήσεις τού σήμερα. Θα ανέβουν οι απαιτήσεις τόσο απέναντι στον ταξικό εχθρό όσο και απέναντι στον εαυτό της. Κανένας μα κανένας πολιτικός σημερινός σχηματισμός (μικρός ή μεγάλος, περισσότερο ή λιγότερο ανθεκτικός, περισσότερο ή λιγότερο ιστορικός) που αναφέρεται στην Αριστερά και στον κομμουνισμό δεν θα μείνει ανέπαφος και θα πρέπει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις, αλλιώς τον περιμένουν δυσάρεστες εξελίξεις. Δύναμη και οδηγός στην ανταπόκριση θα είναι η προσπάθεια σύνδεσης με το λαό, που συνδέεται με τις προσπάθειες για τη συγκρότηση της εργατικής τάξης ως τάξης για τον εαυτό της.
Το απελευθερωτικό, σοσιαλιστικό όραμα χρειάζεται και τους αντίστοιχους κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς, η δημιουργία των οποίων θα είναι μακρά αλλά και σύνθετη. Και αν το ΚΚΕ(μ-λ) θέλει να συμβάλει δημιουργικά, θα πρέπει να προετοιμαστεί, μαζί με όσες δυνάμεις θέλουν να συνεργαστούν μαζί του, ώστε να είναι έτοιμο και να αναβαθμίσει στις νέες συνθήκες και στα νέα δεδομένα την πολιτική της κοινής δράσης αλλά και να φέρει στο κέντρο της όλης προσπάθειας τη γόνιμη και δημιουργική αντιπαράθεση για την επαναθεμελίωση του ταξικού εργατικού κομμουνιστικού κινήματος.
Υπ' αυτό το πρίσμα, η στήριξη της συνεργασίας του ΚΚΕ(μ-λ) και του Μ-Λ ΚΚΕ μέσα στο κίνημα, στο πλαίσιο της κοινής πρωτοβουλίας αλλά και με άλλες μορφές, είναι αναγκαία και ο μέχρι σήμερα απολογισμός θετικός. Οχι γιατί καταργήθηκαν αυτόματα οι διαφορές μεταξύ τους, αλλά γιατί μπορούν να αντιμετωπίζονται συναγωνιστικά και στην υπηρεσία των κοινών στόχων.